Summertime and the livin’ is easy...

από τον Γιώργο Αναδιώτη.


Οπωσδήποτε. Καλοκαίρι, ανυπερθέτως και ασυζητητεί. Καλοκαίρι..! Ούτε να το σκεφτείς, ούτε πρόκειται να ακούσω ο,τιδήποτε άλλο. Αρνούμαι να το συζητήσω καν ‘καλός χειμώνας’ είσαι και φαίνεσαι, μωρό μου. Κι εμένα τι με νοιάζει; Εδώ έχει πάντα ήλιο...

Καλοκαίρι, καλοκαίρι με πεζόδρομους και τραπεζάκια έξω, με καρπούζι και sleeping bag, με ταβλάκι, καφέ και κουβέντα στο μπαλκόνι, με αεροπλάνα και βαπόρια, λεωφορεία και τραίνα της φυγής - μικρής ή μεγάλης, δεν έχει σημασία. Με φεγγαροφώτιστα κάστρα και σκοτεινά δρομάκια, με συναυλίες,

παραλίες, μαγαζιά, με τσιγάρα με ποτά και ξενύχτια, μεσημεριανό ύπνο, έργα και ημέρες - μα και νύχτες. Καλοκαίρι με μοναξιά της πόλης, θερινό σινεμά και έναστρο ουρανό. Έλα τώρα, μην μου πεις πως δεν ξέρεις...

          Καλοκαίρι πάει να πει, πάνω απ’ όλα, Ελλάδα. Ελληνικά νησιά, μικρές, υπέροχες, αυτόνομες καλοκαιρινές πόλεις-κράτη. ‘Greece is the best’ - δεν με πιστεύεις; Εμένα μου το είπανε και η Astrid και η Liviana και η Caroline - και εγώ τις πίστεψα. Λες να μου είπαν ψέμματα; Μα, αφού το ξέρεις πως όπου κι αν πας, εδώ θα ξανάρθεις.

          Περίεργο, ε; Μια τόσο μικρή και απλή λέξη να χωράει τόσα πράγματα. Ακόμα κι αν ζήσαμε τα ίδια, τα καταλάβαμε διαφορετικά. Μα και διαφορετικά τα έβλεπες τότε και διαφορετικά τα κοιτάς τώρα, εκ των υστέρων. Έτσι δεν είναι; Μήπως τώρα κατάλαβες το πόσο καλά πέρασες, τελικά; Λοιπόν, που πήγες; Μύκονο ή Κουφονήσια; Αστυπάλαια ή Ρόδο; Με κότερο ή με αντίσκηνο; Ήπιες, χόρεψες, κοιμήθηκες, έπαιξες, γύρισες; Τι απ’ όλα - ή και όλα και ακόμα παραπάνω άμα μπόρεσες. Ό,τι θες έσυ, αρκεί να το έκανες καλά. Θυμήθηκες να πάρεις μαζί σου το πιό σημαντικό, το βρήκες εκεί που πήγες ή μήπως ακόμα το ψάχνεις, αυτό μόνο πες μου. Αυτό μετράει. Τι; Εσένα, μωρό μου : εσένα. Τον εαυτόν σου, αυτόν που κρύβεις επιμελώς τις άλλες μέρες, αυτόν που αληθινά γουστάρεις. Άφησες πίσω σου τα περιοδικά και τις τηλεοράσεις σου, τους ‘φίλους’ κι όλους αυτούς που σου λένε τι, γιατί και πως πρέπει να είσαι; Λοιπόν, εσύ τι έκανες;

Βρήκες; Δωμάτιο (με θέα) γιά να μείνεις, το μπαράκι που έψαχνες (αφού πριν από λίγο εκεί ήταν, ποιός το μετακίνησε), παπάκι να νοικιάσεις (κάνοντας τον τουρίστα), εστιατόριο να φας (λίγο υπομονή, κατά τον Δεκέμβριο θα έρθει η παραγγελία σου), παραλία για μπάνιο (όπου ήσουν μόνο εσύ και το μισό νησί), τους φίλους σου (αν δεν τους βρεις και σήμερα, μάλλον μείνανε στον Πειραιά - πειράζει;), τη μάρκα τα τσιγάρα σου (περίμενες να βρεις Player’s στην Φολέγανδρο, ε;), ανάγνωσμα για την παραλία (ψωνάρα, πάλι τον Έκο πήρες μαζί και μου γέμισες άμμο τις σελίδες), το έτερόν

σου ήμισυ (μέχρι νεωτέρας), το μπαλλάκι που εχάσαν οι διπλανοί (ναι, αυτό που τους έθαψες στην άμμο), καρτοτηλέφωνο (χαλασμένο), που είσαι και πως λέγεσαι (τι με νοιάζει εμένανε πως με λένε εμένανε); Ό,τι έψαχνες σ’ αυτήν τη ζωή τέλος πάντων. Ε, και αν δεν το βρήκες, εντάξει, κατάλαβες πως μπορείς να κάνεις και χωρίς αυτό.

          Έπαιξες; Τάβλι με τους φίλους, χαρτιά στο κατάστρωμα, ρακέτες και τα νεύρα των διπλανών, τον χαζό όταν χρειάστηκε, beach-volley, το μάτι σου με το παιδί απέναντι, ρόλο σε καλοκαιρινά ειδύλλια, κυνηγητό και κρυφτό εναλλάξ. Εντάξει, παιχνίδι να γίνεται...

          Έμαθες; Γεωγραφία του χάρτη, γεωγραφία του σώματος. Όπως Ελαφόνησος, Γλύφα, Θολάρια, Ημεροβίγλι κάτω απ’ τα πόδια σου. Όπως απότομα βουνά, γραμμικές κοιλάδες, γόνιμες πεδιάδες και δροσερά ποτάμια κάτω απ’ τα χέρια σου. Περιηγήσεις, μετακινήσεις, περιπλανήσεις, αναβάσεις και καταβάσεις, ημερήσιες και νυχτερινές, με αμετακίνητη ζέστη γύρω σου, με ατίθασο μελτέμι και παιχνιδιάρικα σύννεφα πάνω σου. Mα μην ξεχνάς πως, όσο και αν περιπλανήθηκες, κανένα μέρος δεν έκανες δικό σου. Ίσως μόνο να το πήρες μαζί σου σε μια γωνιά του μυαλού σου, δίπλα στο κουτί με τις φωτογραφίες σου.

          Γνώρισες; Τον Μάκη, τον Γιώργο, τη Στέλλα, την Astrid, τον Roberto, την Liviana, την Γιάννα, τον Άρη, τον Βασίλη, την Βίκυ, τον Κυριάκο, τον Mat, την Caroline; Όλους τους φίλους σου που δεν θα ξαναδείς...Εμένα; Εσένα; Να τους θυμάσαι. Να μας θυμάσαι.

Αισθάνθηκες; Όπως σώμα που μυρίζει αλάτι, καρύδα και γιαρμά. Όπως γεύση από καφέ, παγωτό και καπνό που μοιράστηκες. Όπως σημάδια από μαγιώ, κρυφά ή φανερά, σε θέα ιδιωτική ή... Όπως η άμμος που σου γαργαλάει ακόμα τα πόδια, η άμμος που πήρες μαζί σου. Όπως ακόμα ο ήχος των κυμάτων και δυο-τρεις κουβέντες που σου

χάιδεψαν τ’ αυτιά. Ξύπνησαν οι αισθήσεις σου σ’άρεσε, έτσι δεν είναι;

          Λοιπόν, μη τις ξαναβάλεις για ύπνο, εγώ έτσι λέω. Άρχισες να μελαγχολείς τώρα, ε; Κακώς, πολύ κακώς. Μη με κοιτάς μελαγχολικά, ούτε να σε παίρνει από κάτω. Καλοκαίρι έχουμε ακόμα, ξέρεις. Καλοκαίρι έχουμε πάντα, άμα θέλεις. Στο είπα και πριν : μη σε νοιάζει, εδω έχει πάντα ήλιο - μέσα σου... Εντάξει; Λοιπόν, τα λέμε στην παραλία. Κράτα μια θέση - κάτω απ’ την ομπρέλλα, μέσα στην καρδιά σου...

Επιλέξτε το επόμενο άρθρο
που θέλετε να διαβάσετε
Κυβερνοτέχνες
(c) Κυβερνογράφοι - All rights reserved